Τα όσα διαδραματίστηκαν το βράδυ του Σαββάτου 13 Μαρτίου 2021 στην Ξάνθη -με τη συγκέντρωση περίπου 1000 πολιτών κάθε ηλικίας που συμμετείχαν στο πάρτι που στήθηκε παραμονή του Καρναβαλιού- δεν θα μπορούσαν παρά να σχολιαστούν εκτενώς από όλες και όλους μας.
Το αν πραγματικά όλο αυτό ήταν μια σύμπτωση (όπως ισχυρίστηκε ο δήμαρχος Μανώλης Τσέπελης, ο οποίος -κατόπιν εορτής- είπε ως “ζητώ συγγνώμη αν έγινε κάτι λάθος”) και μια αυθόρμητη συγκέντρωση πολιτών υπό τους ήχους της μουσικής (όπως ισχυρίστηκε ο πρόεδρος του Κέντρου Πολιτισμού Ξάνθης Ηλίας Ασκαρίδης) ή αν η δημοτική αρχή ήταν αφελής και δεν πρόλαβε να αποτρέψει την όλη κατάσταση (όπως κατήγγειλε ο επικεφαλής της παράταξης “Ξάνθη για Όλους” Σάββας Μελισσόπουλος) δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία (στην καλύτερη των περιπτώσεων, όλη αυτή η συζήτηση είναι “να είχαμε να λέγαμε”)
Σημασία έχει πως όντως υπήρξε μεγάλη συγκέντρωση κόσμου, ο οποίος το βράδυ του Σαββάτου διασκέδασε υπό τους ήχους της μουσικής και υπό το φως των πυροτεχνημάτων.
Μέχρι και πριν από 2 χρόνια ουδείς θα μιλούσε αρνητικά για μια τέτοια συγκέντρωση – ίσα ίσα, όλοι θα μιλούσαν για μια ακόμα πετυχημένη καρναβαλική εκδήλωση. Όμως -είτε μας αρέσει είτε όχι- δυστυχώς φέτος τα πράγματα παραμένουν (ακόμα) πολύ ρευστά εξαιτίας του κορωνοϊού.
Το χειρότερο, όμως, δεν είναι αυτό. Το χειρότερο είναι πως, στην προσπάθειά της να δείξει πως κουράστηκε από όλη αυτή την ιστορία με τον κορωνοϊό, τις μάσκες, τα lockdowns και την έλλειψη κυβερνητικού σχεδιασμού, η κοινωνία (ή τουλάχιστον ένα σεβαστό κομμάτι της) μοιάζει να έχει επιστρέψει στον “ωχαδερφισμό”, στην κουτοπονηριά και στον “εξυπνακισμό” που μας διακατέχει σε μεγάλο βαθμό ως λαό.
Και όσο και αν δίνουμε δίκαιο στην κοινωνία για την κούρασή της (ιδίως όταν, ως Kavala Portal, έχουμε αναφερθεί δεκάδες φορές τόσο στην τεράστια οικονομική καταστροφή που έχει υποστεί η αγορά και η επιχειρηματικότητα τον τελευταίο χρόνο όσο και στην απίστευτη κυβερνητική ανοργανωσιά -ιδίως σε ζητήματα όπως αυτό της λειτουργίας των σχολείων, όπως και σε πολλά άλλα θέματα-) δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια μας σε τέτοια φαινόμενα αδιαφορίας απέναντι σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα -όπως (φανταζόμαστε πως) είναι η υγεία.
Και δεν μιλάμε φυσικά για τις “αστείες” σε μέγεθος συγκεντρώσεις των 3, 4 ή και 8 ατόμων που εσχάτως κάποιοι βαφτίζουν “κορωνοπάρτι”. Μιλάμε για τη γενικότερη συμπεριφορά μιας κοινωνίας που μοιάζει να πιστεύει πως ο κορωνοϊός απασχολεί μόνο την Ελλάδα και όχι όλον τον υπόλοιπο πλανήτη.
Πολλοί συμπολίτες βγαίνουν καθημερινά στα social media (*) και λένε πως “σε άλλες χώρες τα μαγαζιά είναι ανοιχτά, ο κόσμος δεν κυκλοφορεί με μάσκες κλπ.”. Ναι, να το δεχτούμε αυτό. Αλλά ξεχνάνε κάτι: πως σε άλλες χώρες οι άνθρωποι έχουν μια στοιχειώδη νοοτροπία σεβασμού στο κράτος και στους νόμους.
Κάτι που (είτε μας αρέσει είτε όχι όταν το ακούμε) εδώ δεν ισχύει. Εδώ, σε αυτή τη μικρή γωνιά της Βαλκανικής Χερσονήσου, μάς αρέσει να επικαλούμαστε τους ξένους και τη νοοτροπία τους όταν μας συμφέρει αλλά όταν δεν μας συμφέρει θυμόμαστε πως είμαστε ένας “δύσκολος, ατίθασος, ανυπότακτος και υπερήφανος λαού” (όπως έλεγε και ο Νίκος Κούρκουλος, υποδυόμενος τον Αθανάσιο Πολυζωΐδη στην “Δίκη των Δικαστών”) και ψάχνουμε ακόμα και την παραμικρή δικαιολογία για να μην τηρήσουμε τους νόμους!
Το τι δικαιολογίες έχουμε διαβάσει και ακούσει όλο αυτό το διάστημα δεν περιγράφεται. Και δεν πρόκειται πάλι να τις αραδιάσουμε – τις έχουμε πει πάρα πολλές φορές, αλλά (κατά πως φαίνεται) “στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα”.
Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι το εξής:
Ναι, το κράτος τα έχει κάνει θάλασσα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη “μέθυσε” από την επιτυχία του πρώτου lockdown, δεν οργάνωσε σωστά σχεδόν τίποτα, ειδικά στα σχολεία, στα νοσοκομεία και στα μέσα μαζικής μεταφοράς (με εξαίρεση, ίσως, την όλη διαδικασία του εμβολιασμού – αν λάβουμε, μάλιστα, υπόψη και το τι γίνεται με την προμήθεια εμβολίων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση) και επαναπαύθηκε στους δειγματοληπτικούς ελέγχους, στην ατομική μας ευθύνη, στις μάσκες στα σχολεία και στην τηλεκπαίδευση, στα συνεχιζόμενα lockdowns, στην επιβολή προστίμων και -σε ορισμένες περιπτώσεις- στην αστυνομική βία.
Αυτό όμως δεν δικαιολογεί κανέναν από εμάς στο να τα κάνουμε και εμείς “θάλασσα” και όπως μας βολεύει. Κανέναν.
Δεν δικαιολογεί ούτε τις συγκεντρώσεις σε beach bars το περασμένο καλοκαίρι, ούτε τη συγκέντρωση για τη δίκη της “Χρυσής Αυγής”, ούτε τη συγκέντρωση για την λιτάνευση της εικόνας του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη, ούτε τη συγκέντρωση για το Πολυτεχνείο, ούτε τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας για το Δημήτρη Κουφοντίνα, ούτε τις συγκεντρώσεις κατά της αστυνομικής βίας, ούτε και τις συγκεντρώσεις για τα καρναβάλια σε Ξάνθη και Πάτρα (Και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δεν δικαιολογεί ούτε την Πάρνηθα και την ποδηλατάδα Μητσοτάκη ούτε την Ικαρία -και για αυτά έχουμε μιλήσει ανοιχτά ως Kavala Portal)
Και δεν δικαιολογεί κανέναν από εμάς και για έναν άλλο λόγο: Διότι με αυτήν ακριβώς τη συμπεριφορά -όχι μόνο του κράτους αλλά και τη δική μας- “κοροϊδεύουμε” την ίδια την αγορά και τους εκπροσώπους της, οι οποίοι (δικαίως) νιώθουν αγανακτισμένοι μετά από τόσους μήνες εγκλεισμού και οικονομικής καταστροφής -συνοδευόμενους, μάλιστα, από δεκάδες περιστατικά παραβίασης κάθε έννοιας μέτρων προστασίας, περιστατικά που σε πολλές περιπτώσεις παραμένουν ατιμώρητα και χωρίς καμία συνέπεια (διότι πόσοι από αυτούς που έχουν συμμετάσχει σε συγκεντρώσεις όπως αυτές που περιγράψαμε προηγουμένως έχουν τιμωρηθεί; )
Υ.Γ.: Ναι, το έχουμε πει πολλές φορές πως όντως η κοινωνία έχει κουραστεί και πως οι συνέπειες στην υγεία μας (όχι μόνο στην ψυχολογική αλλά και στη σωματική μας) από το συνεχιζόμενο lockdown είναι μεγάλες και -εν πολλοίς- θα φανούν αργότερα. Όμως, επειδή από ένα σημείο και μετά η συζήτηση για “κούραση της κοινωνίας” (με τον κόσμο να κυκλοφορεί μια χαρά στους δρόμους) έχει αρχίσει και κουράζει, καλό είναι να θυμηθούμε την Άννα Φρανκ και να διαβάσουμε το ημερολόγιό της. Έτσι, για να καταλάβουμε τι πραγματικά σημαίνει “εγκλεισμός” (Υπενθυμίζουμε πως η Άννα Φρανκ έμεινε κρυμμένη σε ένα σπίτι στο Άμστερνταμ επί 2 ολόκληρα χρόνια -όταν ξεκίνησε ο εγκλεισμός ήταν 13 χρονών-, χωρίς να τολμάει καν να βγει έξω -με τον φόβο των Ναζί και των στρατοπέδων συγκέντρωσης και εξόντωσης).
(*) Επί τη ευκαιρία: Τραγικό και ηλίθιο το επιχείρημα των χρηστών των social media περί “χούντας”, από τη στιγμή που στη χούντα δεν θα τολμούσαν καν να μιλήσουν και να εκφραστούν δημόσια, ενώ τώρα μπορούν ελεύθερα να πουν και να γράψουν τα πάντα.
Σε μια χούντα, π.χ., δεν θα κυκλοφορούσε καμία “Εφημερίδα Συντακτών” και κανένα “Documento”, δεν θα μπορούσε να μιλήσει καμία Έλενα Ακρίτα, δεν θα μπορούσε καν να γυρίσει το ντοκιμαντέρ “Παρόντες” ο Γιώργος Αυγερόπουλος.
Το ακριβώς αντίθετο: Χούντα είναι αυτό που επιβάλλουν, πολλές φορές, οι ίδιοι οι χρήστες των social media -όταν βλέπουν πως κάποιος δεν γράφει αυτά θα ήθελαν να διαβάσουν. Και το χειρότερο είναι πως αυτοί ακριβώς που επιβάλλουν τούτη τη Χούντα μέσω των social media διατείνονται πως το κάνουν στο όνομα της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου…
Και για μιλήσουμε και λίγο σοβαρά…Ναι, έρευνες που έχουν δημοσιοποιηθεί κατατάσσουν την Ελλάδα στην 24η θέση επί συνόλου 27 κρατών της Ε.Ε. σε θέματα αξιοπιστίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Αυτό όμως που δεν τονίζεται είναι πως στις έρευνες αυτές δεν αναφέρεται ότι “τα ΜΜΕ στην Ελλάδα είναι αναξιόπιστα” αλλά ότι “οι πολίτες πιστεύουν πως τα ΜΜΕ στην Ελλάδα είναι αναξιόπιστα”. Αν δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι σημαίνει το “οι πολίτες πιστεύουν” (ειδικά με βάση τα όσα αναφέραμε προηγουμένως αλλά και με βάση τα όσα βλέπουμε καθημερινά στα sociela media) τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να συνεχίσουμε τη συζήτηση…